«Μια πραγματική ιστορία ζωής – Το Παιδί – Το Δέντρο του Μαϊντανού…»
Sevgul Uludag
caramel_cy@yahoo.com
Τηλ: 99 966518
Ο Ismail Bekir ήταν «αγνοούμενος» από την περιοχή Αγίου Ιλαρίωνα στον Πενταδάκτυλο από τον πόλεμο του 1974.
Η γυναίκα του Fatma, μαθαίνοντας ότι είχε τραυματιστεί, έτρεξε στο Μπογάζι Κερύνειας για να μάθει που ήταν ο σύζυγος της.
Αρχικά της είχαν πει ότι τον είχαν πάρει στην Τουρκία για θεραπεία, αλλά σύντομα συνειδητοποίησε ότι αυτό μπορεί να μην ήταν αλήθεια.
Έξι μήνες μετά το τέλος του πολέμου, έβαλε να ανοίξουν τους τάφους όλων όσων είχαν θάψει στην Αγύρτα – Μπογάζι στη διάρκεια του πολέμου, ελέγχοντας όλα τα νεκρά σώματα αλά δεν βρήκε τον άντρα της.
Είχε μικρά παιδιά: τους Ayhan, Aysan και Ulfet…
Περίμενε την επιστροφή του συζύγου της για 43 χρόνια…
Πριν από χρόνια πήρα συνέντευξη από αυτή και την κόρη της Ulfet Cansech και προσπάθησα να βοηθήσω να βρεθεί ο τόπος που είχε θαφτεί ο «αγνοούμενος» Ismail Bekir.
Όταν είχε τραυματιστεί προφανώς μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στη Λευκωσία και πιθανόν να πέθανε εκεί λόγω της ακατάσχετης αιμορραγίας των πληγών του…
Μετά τον είχαν πάρει στον νεκροταφείο στους Κήπους του Tekke και τον έθαψαν εκεί…
Πάνω από αυτόν έθαψαν ακόμα τέσσερα άτομα και έτσι δημιουργήθηκε ένας μαζικός τάφος πέντε ατόμων.
Πάνω στην ταφόπετρα του Ismail Bekir και των τεσσάρων άλλων έγραφε «Onder Ibrahim», όμως ένας τέτοιος τάφος υπήρχε στο στρατιωτικό νεκροταφείο στο Μπογάζι και βρήκαμε τους συγγενείς του Onder Ibrahim και μας είπαν ότι ο τάφος ήταν στο Μπογάζι και ότι ο τάφος όπου αναγράφεται το όνομα του στο νεκροταφείο του Tekke δεν ήταν ο δικός του τάφος…
Αγωνιστήκαμε για δέκα χρόνια για την εκσκαφή του νεκροταφείου του Tekke – των ανώνυμων τάφων όπου είχαν θαφτεί Τουρκοκύπριοι «αγνοούμενοι»… Οι στρατιωτικοί κύκλοι δεν επέτρεπαν την εκσκαφή εκεί… Το 2009 η Κυπριακή Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων άρχισε να σκάβει ένα τάφο και τους σταμάτησαν πριν το τέλος της μέρας…
Χρειάστηκε ακριβώς δέκα χρόνια για να ξεκινήσουν οι εκσκαφές και πέρσι επιτέλους άρχισαν τις εκταφές των ανώνυμων τάφων που έχουν την επιγραφή «Ayvasili» («Άγιος Βασίλειος») και του τάφου που έγραφε «Onder Ibrahim», αφού εμείς και η οικογένεια του Ismail Bekir είχαμε αποδείξει ότι ο Onder Ibrahim ήταν θαμμένος σε άλλο νεκροταφείο στο Μπογάζι…
Και τελικά, με τους αγώνες των παιδιών του και της γυναίκας του, με τους αγώνες πολλών άλλων και με το δικό μας αγώνα, ανευρέθηκαν τα οστά του «αγνοούμενου» Ismail Bekir και επιστράφηκαν στην οικογένεια του…
Ο Ismail Bekir εργαζόταν στο Τμήμα Υδατοπρομήθειας ως σιδηρουργός στην διάρκεια της μέρας και τη νύκτα εργαζόταν σε εστιατόριο, βοηθώντας τους φίλους του…
Δημοσίευσα στις σελίδες μου στην εφημερίδα YENIDUZEN αυτά που είχε γράψει ο γιος του Aysan Ismailoghlou για τον «αγνοούμενο» πατέρα του και σήμερα θέλω να μοιραστώ μαζί σας αυτά που έγραψε μετά την κηδεία του πατέρα του…
Ο Aysan Ismailoghlou, γιος του Ismail Bekir, στο άρθρο του με τίτλο «Μια πραγματική ιστορία ζωής – Το Παιδί – Το Δέντρο του Μαϊντανού…» λέει:
«¨Όταν ψάχναμε για τον «αγνοούμενο» πατέρα μου, πολλές αρχές μας είπαν πολλά πράγματα...
Πολλά πράγματα από τον καιρό που ήμουν 10-15 χρονών σβήστηκαν από τη μνήμη μου, αλλά ποτέ δεν θα ξεχάσω τι είχα ακούσει όταν ήμουν 4-5 χρονών, τι είχα βιώσει σε εκείνη την ηλικία:
«Μια βόμβα έπεσε δίπλα από τον πατέρα σου στη διάρκεια του πολέμου, είχαν κατακομματιαστεί και κανένας δεν σώθηκε…»
«Τους είχαν πυροβολήσει και σκοτώσει με βαριά πολυβόλα όπλα… Μετά τους πέταξαν μαζικά κάτω στην άβυσσο… Είναι αδύνατο να πάεις κάτω στην άβυσσο και να τους βρεις…»
Τέτοια λόγια…
Όταν άκουγα τέτοια πράγματα, πήγαινα στο δωμάτιο μου, ξάπλωνα στο κρεβάτι μου και έκλαιγα όταν τα σκεφτόμουν αυτά…
Εκείνη η άβυσσος έμεινε κολλημένη στο μυαλό μου…
Όταν μεγαλώσω, θα τον βγάλουμε από εκείνη την άβυσσο, σκεφτόμουν.
Εκείνο τον καιρό ήμουν 5-6 χρονών.
Εκείνο τον καιρό η οροσειρά του Πενταδακτύλου μου φαινόταν απρόσιτη…
Όμως όταν μεγάλωσα συνειδητοποίησα ότι τα βουνά του Πενταδακτύλου δεν ήταν τόσο μεγάλα, μάλλον μικρά ήταν… Οι άνθρωποι σκαρφάλωναν τα Ιμαλάια…
Μπροστά από το σπίτι μας ο πατέρας μου είχε δημιουργήσει ένα θερμοκήπιο και εκεί φυτεύαμε λαχανικά και πετούσαμε παλιές πίττες… Οι πίττες ξεραίνονταν στον ήλιο… Η πιο αγαπημένη μου συνήθεια ήταν να πηγαίνω στο θερμοκήπιο και να τρώω εκείνες τις πίττες. Ο πατέρας μου θύμωνε πολύ μαζί μου και αναστατωνόταν.
Μου έλεγε «Αν συνεχίσεις να το κάνεις αυτό, θα σε κρεμάσω πάνω στο δέντρο του μαϊντανού!»
Όταν το άκουγα αυτό φοβόμουν πάρα πολύ. Νόμιζα ότι το δέντρο του μαϊντανού ήταν ένα τεράστιο και θαυμάσιο δέντρο… Όπως τις αβύσσους κάτω από τα βουνά του Πενταδακτύλου… Ο πατέρας μου αποξήραινε και έδινε τις πίττες στις κότες και δεν ήθελε να τις τρώω εγώ. Διότι φοβόταν μήπως και αρρωστήσω. Και το «Δέντρο του Μαϊντανού» δημιουργήθηκε για να με αποτρέψει να τρώω μπαγιάτικη, ξερή πίττα που προοριζόταν για τις κότες… Όπως και οι ιστορίες και τα σενάρια που δημιούργησαν και μας είπαν οι αρχές…
Όταν ξεκίνησα στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου, οι δάσκαλοι μας ρωτούσαν «Τι κάνουν η μητέρα και ο πατέρας σας;»
Πολλοί από τους συμμαθητές μου ανάφεραν πολλά επαγγέλματα.
Εγώ έλεγα «Ο πατέρας μου είναι αγνοούμενος» και μόνο εγώ και ο δάσκαλος μου το καταλαβαίναμε.
Στο διάλειμμα οι συμμαθητές μου με ρωτούσαν επίμονα «Τι κάνει ο πατέρας σου;» αφού δεν καταλάβαιναν τι σήμαινε να είσαι «αγνοούμενος».
Και τους απαντούσα «Είναι σιδεράς…»
Μια μέρα ένας γνωστός μας μας είπε «Είδα τον πατέρα σου, τον έπαιρναν με αυτοκίνητο από το Μπογάζι στη Λευκωσία αφού είχε τραυματιστεί…»
Όμως η μητέρα μου είχε ρωτήσει στο νοσοκομείο και της είχαν πει ότι δεν υπήρχε τέτοιος τραυματισμένος που τον είχαν πάρει εκεί… Δεν υπήρχαν καταγραφές, κανένας δεν είδε τίποτε, κανένας δεν ήξερε τίποτε…
Σήμερα μας λένε ότι τον είχαν πάρει στο νοσοκομείο αφού είχε τραυματιστεί, ότι είχε πεθάνει εκεί και ότι τον είχαν πάρει στους τάφους του Tekke στη Λευκωσία για να θαφτεί, αφού εκεί ήταν το πλησιέστερο σημείο στο νοσοκομείο για ταφή.
Και πέταξαν τέσσερα ακόμα άτομα πάνω του και δημιούργησαν ένα μαζικό τάφο…
Όταν πήρα το φέρετρο του πατέρα μου από τα γραφεία της Κυπριακής Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων, τον πήρα πρώτα στο πρώτο μας σπίτι όπου είχε δημιουργήσει το θερμοκήπιο. Εκεί ζούσαν άλλοι άνθρωποι, δεν υπήρχε πια το θερμοκήπιο.
Μετά τον πήρα στο σημερινό μας σπίτι. Το σπίτι όπου η μητέρα μου τον περίμενε για τα τελευταία 43 χρόνια… Πήρα το φέρετρο στην αγκαλιά μου και τον πήρα εκεί. Τον έβαλα στη βεράντα όπου η μητέρα μου περίμενε τον πατέρα μου για τα τελευταία 43 χρόνια.
Είπα στη μητέρα μου «Μην τον περιμένεις μητέρα, ο πατέρας μου είναι εδώ τώρα…»
Βρήκαμε τον πατέρα μου μετά από μακρούς αγώνες. Τον θάψαμε εκεί που του άξιζε να θαφτεί. Έχω γαλήνη μέσα μου αλλά δεν νιώθω άνετα. Υπάρχουν πράγματα στο μυαλό μου.
Γιατί έβαλαν ακόμα τέσσερα άτομα πάνω από τον πατέρα μου;
Γιατί εκείνος ο μαζικός τάφος έχει ένα όνομα πάνω στην ταφόπλακα και ακριβώς το ίδιο όνομα βρίσκεται σε άλλο νεκροταφείο σε μια άλλη ταφόπλακα;
Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι;
Σίγουρα, στον πόλεμο όλα μπορούν να συμβούν και μπορώ να το καταλάβω αυτό, ότι το να συμβούν τέτοια πράγματα είναι φυσιολογικό. Και όταν ο πατέρας μου πήγε στον πόλεμο, ήξερε όλους τους κινδύνους και ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει αυτούς τους κινδύνους.
Όμως είμαι σίγουρος ότι ούτε καν πέρασε από το μυαλό του ότι θα κειτόταν σε ένα μαζικό τάφο πέντε ατόμων, μαζί με τέσσερεις άλλους…
Όταν πήγαμε στη θεώρηση στο εργαστήριο της Κυπριακής Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων στη νεκρή ζώνη και όταν η ομάδα που πραγματοποίησε την εκταφή μας την περιέγραφε, είπαν:
«Είχαμε φτάσει στα πρώτα οστά σε βάθος ενός μέτρου και 27 εκατοστών. Βγάλαμε τα οστά τεσσάρων ατόμων. Μετά όταν ελέγξαμε το χώμα, είδαμε ότι το μαλακό χώμα συνέχιζε και συνεχίσαμε την εκταφή και φτάσαμε στα οστά ενός ακόμα ατόμου…»
Αυτό το ένα άτομο ήταν ο πατέρας μου. Πρώτα τον είχαν θάψει αυτόν και μετά τέσσερα ακόμα άτομα… Ίσως να μην είχαν πολύ χρόνο και γι αυτό και το έκαναν. Και αυτό μπορώ να το καταλάβω. Όμως ο πόλεμος είχε τελειώσει, πέρασε τόσος καιρός… Αυτοί που το είδαν και αυτοί που το ήξεραν θα μπορούσαν να έρθουν και να μας πουν… Έτσι δεν θα τον ψάχναμε για 43 χρόνια… Θα τον βγάζαμε από εκεί, θα τον θάβαμε εκεί που του άξιζε να θαφτεί και θα βρίσκαμε επιτέλους γαλήνη.
Κανένας δεν είδε τίποτε από όλα αυτά, δεν άκουσε τίποτε; Ο πατέρας μου έδωσε τη ζωή του για τη χώρα αυτή. Δεν του άξιζε να θαφτεί σε ένα μαζικό τάφο.
Έχω μόνο μια πρόταση για αυτούς που τα είδαν όλα αυτά και τα ήξεραν όλα και δεν είπαν τίποτε… Με τους στίχους του τραγουδιού του διάσημου τραγουδιστή Ahmet Kaya: Ντροπή σε αυτούς που ήξεραν αλλά δεν είπαν τίποτε πατέρα…»
Photo: Ο Ismail Bekir στο σπίτι του με τη γυναίκα του Fatma και το γιο τους Aysan…
(*) Article published in the POLITIS newspaper on the 26th of November 2017, Sunday. This article was published in Turkish in the YENİDÜZEN newspaper on the 21st of October 2017 and here is the link to the Turkish version of the article in YENİDÜZEN:
http://www.yeniduzen.com/gercek-bir-hayat-hikayesi-cocuk-maydanoz-agaci-11402yy.htm
No comments:
Post a Comment