Το νησί που έχασε την αθωότητα του…
Sevgul Uludag
caramel_cy@yahoo.com
Τηλ: 99 966518
Ο Σπύρος Κωνσταντίνου γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1953 στο Τσέρι… Το όνομα του πατέρα του ήταν Κωνσταντίνος Σοφοκλέους. Το όνομα της μητέρας του ήταν Ειρήνη Κωνσταντίνου. Είχαν πέντε παιδιά, δύο κορίτσια και τρία αγόρια, και ο Σπύρος ήταν ο μικρότερος… Του πήρα συνέντευξη πέρσι όταν ήρθε για επίσκεψη στην Κύπρο από την Αυστραλία και ήταν μια τεράστια συνέντευξη, μου άνοιξε τα μάτια όταν μου είπε τις ιστορίες από το Τσέρι… Ονόμασα αυτή τη σειρά της συνέντευξης του «Το νησί που έχασε την αθωότητα του…». Η σειρά διάρκεσε 12 μέρες όταν δημοσίευα διπλές σελίδες καθημερινά στην εφημερίδα YENIDUZEN πέρσι τον Ιούνιο και Ιούλιο του 2017.
Η οικογένεια του το 1974 είχε γίνει στόχος για την ΕΟΚΑ Β όταν τους συνέλαβαν και βασάνισαν και μου είπε τις λεπτομέρειες του τι είχε συμβεί…
Όμως, επειδή το Τσέρι ήταν ένα μέρος όπου βρήκαμε κάποιους «αγνοούμενους» Τουρκοκύπριους από το Αρεδιού από το 1963, ήθελα να ξέρω τι είχε ακούσει ως παιδί εκείνο τον καιρό (ήταν 10 χρονών το 1963) και αργότερα, για να καταλάβω τι πραγματικά συνέβαινε τότε στο Τσέρι…
Σήμερα παραθέτω στους Ελληνοκύπριους αναγνώστες μου μια περίληψη της συνέντευξης του – αυτούσια η συνέντευξη θα μπορούσε να γίνει βιβλίο και η εμπειρία του είναι αρκετά μοναδική… Τον ευχαριστώ που μοιράστηκε μαζί μας αυτά που γνωρίζει και εύχομαι περισσότερα άτομα να ήταν τόσο γενναία… Αυτή είναι μια περίληψη όσων μου είπε σε σχέση με το Τσέρι…
«Ο πατέρας μου ήταν αγρότης. Όμως η διαφορά μεταξύ του πατέρα μου και των υπολοίπων χωριανών ήταν ότι ήταν ο πρώτος που άρχισε την εκβιομηχάνιση – ήταν ο πρώτος που πήρε τρακτέρ, μετά «κομπάιν» και μετά το εργοστάσιο επεξεργασίας της ελιάς – είχε ένα μύλο που υπάρχει ακόμα… Η αδελφή μου τον κληρονόμησε και το μεταμόρφωσε σε κέντρο μόδας αλλά κράτησε κάποια από τα παλιά μηχανήματα που ήταν στον μύλο…
Μεγάλωσα πολύ ελεύθερος, σε ένα τυπικό Κυπριακό χωριό της δεκαετίας του '50 και '60, τον περισσότερο καιρό ξυπόλυτος… Συνηθίζαμε να φορούμε παπούτσια τα σαββατοκύριακα ή αν πηγαίναμε σχολείο, κάποια παιδιά πήγαιναν με παπούτσια και κάποια χωρίς παπούτσια, μέχρι τον καιρό που ήρθαν τα πλαστικά παπούτσια… Κόστιζαν 3 σελίνια. Έτσι όλοι είχαν παπούτσια επειδή ήταν φτηνά και άμεσα διαθέσιμα από τη συνεργατική του χωριού…»
Ένας από τους «κύριους χαρακτήρες» του χωριού ήταν ένας άντρας που ονομαζόταν «Κ.» που είχε μέσα στο σπίτι του κρησφύγετο για τα μέλη της ΕΟΚΑ. Όταν ο μικρός Σπύρος χρειάστηκε να κάνει επείγουσα επέμβαση στο τυφλό του στην ηλικία των 10 χρονών, λίγο πριν ξεκινήσουν οι διακοινοτικές συγκρούσεις το Δεκέμβριο του 1963, τον πήραν σε μια ιδιωτική κλινική ακριβώς απέναντι από το Υπουργείο Εσωτερικών – η μητέρα του Σπύρου είδε ότι ο «Κ.» έπαιζε τάβλι με τον Υπουργό Εσωτερικών Γιωρκάτζη ακριβώς απέναντι από την κλινική… Εκείνη την εποχή ο Γιωρκάτζης ήταν μεγάλο όνομα και αυτός ο «Κ.» ήταν πολύ φιλικός μαζί του, πήγαινε καθημερινά στο Υπουργείο Εσωτερικών για να τον δει…
«Ο Κ. είχε μια ομάδα στο χωριό… Πάντοτε πήγαιναν μαζί, πήγαιναν στο καφενείο μαζί, μιλούσαν μόνο μεταξύ τους… Ποια ήταν η αποστολή τους; Έκπληξη-έκπληξη! Οι αναφορές που έδιναν δεν ήταν για τους Τουρκοκύπριους, αλλά παρακολουθούσαν τα «κομμουνιστικά θέματα» στο καφενείο – οι «αναφορές» τους ήταν για το ποιος ήταν κομμουνιστής στο χωριό!»
Εκείνο τον καιρό, η αστυνομία έβρισκε πρώην μέλη της ΕΟΚΑ και ζητούσε «βοήθεια» όταν ξεκίνησαν οι διακοινοτικές συγκρούσεις… Και αυτό είχε γίνει και στο Τσέρι… Ο Σπύρος λέει:
«Εκείνο τον καιρό δεν υπήρχε «στρατός». Η αστυνομία είχε γίνει ένας ντε φάκτο στρατός. Και οι αριθμοί τους δεν ήταν αρκετοί. Έτσι πήγαιναν σε πρώην μέλη της ΕΟΚΑ και ζητούσαν τη «βοήθεια» τους. Το έκαναν αυτό για δύο λόγους. Πρώτα, αυτά τα μέλη της ΕΟΚΑ ήξεραν να χρησιμοποιούν όπλα έτσι δεν χρειάζονταν εκπαίδευση. Και ο δεύτερος λόγος είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα ήταν πρόθυμοι και ήθελαν να βοηθήσουν. Έτσι είναι που πήγαιναν στα γνωστά άτομα από την δεξιά – σχεδόν όλοι τους ήταν δεξιοί, και τους ζητούσαν να βοηθήσουν. Έτσι είναι που συμμετείχαν, «βοηθώντας την αστυνομία». Δεν θεωρούνταν «παραστρατιωτικές δυνάμεις» αλλά «χέρια βοήθειας / βοήθεια για την αστυνομία». Το λαντ ρόβερ ήταν ένα αυτοκίνητο που ανήκε στην αστυνομία και είχαν ένα ή δύο αστυνομικούς μπροστά, αλλά στο πίσω μέρος του λαντ ρόβερ πιθανότατα υπήρχαν τέσσερα ή πέντε άτομα με όπλα και αυτοί ήταν πολίτες, οι πρώην άντρες της ΕΟΚΑ. Κάποιους από αυτούς τους γνωρίζαμε από το πρόσωπο τους, γνωρίζαμε εκείνους από το χωριό μας, αλλά υπήρχαν και άλλοι από άλλα χωριά. Τους φοβόμασταν και τους «σεβόμασταν» αφού είχαμε ενσταλαχτεί με ένα φόβο ότι «οι Τουρκοκύπριοι θα επιτεθούν και θα μας σκοτώσουν» - είχαμε μονάχα μονόπλευρες πληροφορίες από το ΡΙΚ και από τις αρχές του χωριού, όπως τον πάτερ και το δάσκαλο… Έτσι αν πριν από κάποιες μέρες κάποιοι Τουρκοκύπριοι είχαν πυροβολήσει κάποιους Ελληνοκύπριους και αν αυτοί οι άντρες έπιαναν τα όπλα και πήγαιναν σε ένα Τουρκοκυπριακό χωριό, τότε τους έβλεπες και έλεγες «Ευτυχώς Θεέ μου που μας προστατεύουν…». Έτσι με αυτό τον τρόπο έγιναν η ντε φάκτο ηγεσία στο χωριό. Δεν είχες άλλη επιλογή, που θα πήγαινες αν είχες κάποιο πρόβλημα; Όταν έγιναν ντε φάκτο ηγεσία, αυτομάτως απέκτησαν πολιτικό καθεστώς/στάτους. Διότι η ιεραρχία υψηλού επιπέδου και οι υπουργοί τους «ευχαριστούσαν»! «Σεβόντουσαν» αυτά που έκαναν και τους έδινα πρόσβαση…»
«… Αυτά ήταν τα αντι-κομμουνιστικά χρόνια του Μακαρθισμού… Ολόκληρος ο κόσμος κυνηγούσε «κομμουνιστές»! Η κοινότητα μας σχεδόν πνιγόταν, δεν μπορούσε να αναπνεύσει… Πρόσεχε, μην το κάνεις αυτό, μην το κάνεις εκείνο… Μην πας εκεί, μην περάσεις στην Τουρκοκυπριακή πλευρά! Υπήρχαν τουλάχιστον πέντε διαφορετικές εκδοχές για τι θα σου συνέβαινε αν τυχαία περνούσες στην Τουρκοκυπριακή πλευρά: «Πέρασε κατά λάθος στην Τουρκοκυπριακή πλευρά, τον έβαλαν στο έδαφος και τον συνέθλιψαν με το τρακτέρ…» ή «Τους έβαλαν μπουκάλες της Bel-Cola στον …» Οι ιστορίες ήταν τόσο φρικτές, ιστορίες βασανιστηρίων και απάνθρωπες ιστορίες, έπρεπε να ήσουν ιδιαίτερα προσεκτικός… Παρόμοιες ιστορίες λέγονταν στους Τουρκοκύπριους διότι η πηγή ήταν η ίδια και το αφεντικό ήταν το ίδιο αλλά δεν το γνωρίζαμε αυτό… Και έπρεπε να είχες καλές σχέσεις με την «Οργάνωση» ειδάλλως η καθημερινή σου ζωή θα γινόταν πολύ δύσκολη: Θα υπέφερες όταν θα πήγαινες στο στρατό, δεν θα σου έδιναν δουλειά στη δημόσια υπηρεσία, ποτέ δεν θα μπορούσες να γίνεις δάσκαλος εφόσον δεν θα σε προσλάμβαναν αφού χρειαζόσουν παντού «συστάσεις» - και χρειαζόταν να βρεις «σύσταση» - και από που ερχόντουσαν οι «συστάσεις»; Έρχονταν από αυτούς τους ανθρώπους στο χωριό… Έλεγχαν κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής…»
Η ανακάλυψη ότι κάποιοι Τουρκοκύπριοι σκοτώθηκαν και θάφτηκαν στο Τσέρι ερχόταν στο Σπύρο σε δόσεις και κομμάτια στη διάρκεια ενός μεγάλου χρονικού διαστήματος:
«Ο πατέρας μου όργωνε τα χωράφια… Και μου ζήτησε να μην πάω προς συγκεκριμένη κατεύθυνση στο χωράφι. Δεν ήξερα γιατί, ήμουν 10 χρονών… Μετά ήρθε η μυρωδιά – εκείνο τον καιρό όταν πέθαινε ένας γάιδαρος ή ένα μεγάλο ζώο, το άφηναν εκτεθειμένο και τα πουλιά έρχονταν και το έτρωγαν… Συνηθίζαμε να κυνηγούμε τα μεγάλα πουλιά. Αρπακτικά... Επειδή ήταν μεγάλα πουλιά, χρειάζονταν χρόνο για να απογειωθούν, έτσι τρέχαμε πίσω τους και αν πιάναμε ένα, του βγάζαμε ένα φτερό και το πουλούσαμε σε εκείνους που έπαιζαν λαούτο… Αν καταφέρναμε να πιάσουμε ένα, το πουλούσαμε για έξι σελίνια…
Όταν πήγα κοντά στο μέρος που μύριζε, είδα ένα μικρό πράγμα που εξείχε… Όταν κόντεψα λίγο, φοβήθηκα διότι υποπτεύθηκα ότι ήταν κάτι ανθρώπινο, ίσως ένα πόδι… Όμως δεν πήγα κοντά διότι η μυρωδιά ήταν φρικιαστική, έτσι έτρεξα μακριά. Όμως ο πατέρας μου με είδε και έτρεξε πίσω μου… Τον ρώτησα και είπε «Δεν είναι δουλειά σου…»
Ο πατέρας μου δεν ήξερε τίποτε για αυτό, αλλά προφανώς υποπτευόταν τι συνέβαινε, όμως δεν ήθελε να μου μιλήσει για αυτό. Ποτέ δεν ήθελε να μου μιλήσει για αυτό. Επομένως έμεινε έτσι στο μυαλό μου, δεν ήξερα… Δεν ήξερα ποιος ήταν, δεν ήξερα τι συνέβηκε εκεί… Δεν ήξερα, απλά είχα αυτό το φόβο…
Μετά από λίγο καιρό, στο καφενείο του χωριού, ήταν αυτός ο άντρας. Εκείνο τον καιρό, όπως σήμερα, πήγαιναν για κυνήγι τις Κυριακές… Και ερχόντουσαν μετά που έπιαναν κάποια πουλιά ή λαγούς που κυνήγησαν και καθόντουσαν στο καφενείο και είχαν ακόμα τα κυνηγετικά τους όπλα κτλ. και ένας από αυτούς εκεί φώναζε για το πως εκτέλεσε κάποιο. Και καθόμουν σε κάποια απόσταση από αυτόν. Δεν ήμουν μέρος της κουβέντας, αλλά έλεγε την ιστορία σε κάποιο και φώναζε όταν μιλούσε. Έτσι μπορούσα να ακούσω αυτά που έλεγε. Και περίγραφε αυτόν τον νεαρό 20χρονο – ποτέ δεν είπε ότι ήταν Τουρκοκύπριος – αλλά ανέφερε τη συνομιλία μεταξύ τους… Και είπε πως τον ικέτευε να μην τον πυροβολήσει και πως έβαλε το όπλο στο κεφάλι του και τίναξε τα μυαλά του… Και το έλεγε με δυνατή φωνή, σχεδόν σαν να έπραξε σαν «ήρωας». Αυτό ήταν όταν άκουσα το δεύτερο μέρος της ιστορίας…
Το τρίτο μέρος της ιστορίας ήρθε ακόμα πιο μετά… Αργότερα, υπήρχε ξανά κουβέντα στο καφενείο για κάποιους Τουρκοκύπριους που έπιασαν από την Αρεδιού… Και κάποιος έλεγε ξανά μια ιστορία στο καφενείο και είπε ότι πήγαν σε αυτό το Τουρκοκυπριακό χωριό και τους ρώτησαν αν είχαν όπλα. Και έλεγαν συνέχεια όχι, όχι, όχι, όχι, αλλά η αστυνομία τους είπε ότι «έχουμε πληροφορίες ότι έχετε (όπλα).»
Και μια από τις γυναίκες γύρισε στους άντρες και αυτό υποτίθεται ότι ήταν «αστείο», γι αυτό και έλεγαν την ιστορία και γελούσαν για αυτό, διότι προφανώς η Τουρκοκύπρια γυναίκα γύρισε στο σύζυγο της μπροστά από την αστυνομία και είπε «Γιατί δεν τους δίνεις τα όπλα και να τους αφήσει να φύγουν; Δεν τους θέλουμε…» Και γελούσαν με την «ηλιθιότητα» της, αν θέλεις να το ονομάσεις έτσι, σε εισαγωγικά, που «παρέδωσε» το σύζυγο της. Έτσι ερεύνησαν το σπίτι και είπαν ότι βρήκαν όπλα. Και τότε άρχισαν να κτυπούν το σύζυγο διότι νόμιζαν ότι υπήρχαν περισσότερα όπλα και πάλι είπαν ότι η Τουρκοκύπρια γυναίκα μίλησε και βρήκαν και άλλα… Έτσι λέχθηκε η ιστορία… Και τότε είπαν ότι τους συνέλαβαν όλους… «Όλους»… Δεν ήξερα τι ήταν το «όλους»… Ήταν «όλη» εκείνη η οικογένεια; Ήταν και άλλες οικογένειες; Δεν ήξερα πόσοι Τουρκοκύπριοι ζούσαν στην Αρεδιού, δεν ήξερα αν υπήρχαν εκεί… Δεν ξέραμε.. Όπως σου είπα, το να έρθεις στη Λευκωσία ήταν μεγάλη υπόθεση εκείνο τον καιρό… Και είπαν ότι βρήκαν ένα κασόνι με οπλισμό στο χωριό και ότι συνέλαβαν τους Τουρκοκύπριους. Όμως ποτέ δεν είπαν ότι τους σκότωσαν. Ποτέ δεν είπαν τι τους έκαναν, αυτό ήταν το τέλος της ιστορίας που είχα ακούσει…
Πάλι αργότερα, υπήρχε μια φήμη ότι τους έφεραν στο Τσέρι… Και τότε είναι που ξεκίνησα να ενώνω τις κουκκίδες… Και μερικά χρόνια αργότερα ο αδελφός μου πράγματι μου είπε – δεν ξέρω από που το είχε ακούσει – ήξερε την ιστορία με το τι μου συνέβηκε, με το πηγάδι και τα σώματα και τη μυρωδιά – και μου είπε «Ξέρεις ποιοι είναι θαμμένοι σε εκείνο το μέρος;» Είπα «Όχι…» Είπε «Θυμάσαι τον άντρα που έλεγε την ιστορία στο καφενείο; Είναι οι Τουρκοκύπριοι του χωριού Αρεδιού…»
Είπα «Πως το ξέρεις αυτό;»
Είπε «Το άκουσα… Είναι αυτοί…»
Αλλά ήταν φήμες… Δεν υπήρχε επιβεβαίωση. Κανένας δεν στάθηκε και να πει «Αυτοί είναι οι άνθρωποι…»
Γνωρίζαμε σπασμένα κομμάτια της ιστορίας αλλά δεν μπορούσες να ενώσεις τις κουκκίδες, άκουγες το πρώτο μέρος και μετά από καιρό κάτι ακόμα, μετά ξαφνικά αρχίζεις να σκέφτεσαι «Άραγε είναι; Μα είναι;»
Δεν γνωρίζαμε. Έτσι ζεις με αυτό το πράγμα και το βάζεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου και σκέφτεσαι «Ίσως, αλλά ίσως και όχι… Ίσως πρέπει να σιωπήσω, ίσως πρέπει να μην πω… Αλλά σε ποιον να πω; Σε ποιον να το θέσω αυτό; Δεν υπάρχει κανένας να το αναφέρεις ακόμα και αν έχεις υποψίες… Αν πας στην αστυνομία για να το αναφέρεις, θα σου πουν «Τι ακριβώς λες; Λες ότι έγινε κάτι λάθος; Γιατί ερευνάς;»…»
Θα συνεχίσω την ιστορία του πως ο Σπύρος βίωσε το 1974 σε ένα άλλο άρθρο…
Photo: Spyro Constantinou
(*) Article published in the POLITIS newspaper on the 21st of October 2018, Sunday. My interview with Spyro Constantinou was published in the YENIDUZEN newspaper in Turkish between the 26th of June and 10th of July 2017 and here are the links:
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada-10879yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada2-10883yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada3-10887yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada4-10891yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada5-10896yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada-6-10904yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada7-10909yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada8-10914yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada9-10918yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada10-10922yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada11-10926yy.htm
http://www.yeniduzen.com/masumiyetini-kaybeden-ada-12-10938yy.htm
No comments:
Post a Comment