Sunday, October 14, 2018

Η ραπτομηχανή και το τρανζίστορ ενός πρόσφυγα από τη Λύση…

Η ραπτομηχανή και το τρανζίστορ ενός πρόσφυγα από τη Λύση…

Sevgul Uludag

caramel_cy@yahoo.com

Τηλ: 99 966518

Ο αγαπητός μας φίλος Μάριος Επαμεινώντας, δραστήριος στο δικοινοτικό κίνημα για την ειρήνη και επανένωση, ένας από τους ηγέτες του Ομίλου Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας, θυμάται τη γιαγιά του…
Η γιαγιά Ελένη που ήταν πρόσφυγας από τη Λύση…
Η γιαγιά Ελένη της οποίας ο σύζυγος της πήρε μια ραπτομηχανή έτσι ώστε να συνεχίσει την καθημερινή της ζωή και να κρατιέται από κάπου…
Η γιαγιά Ελένη της οποίας την ραπτομηχανή αγόρασε από μια Τουρκοκύπρια γυναίκα από την Αλαμινό που σύντομα θα γινόταν πρόσφυγας…
Η γιαγιά Ελένη άκουγε το ράδιο τρανζίστορ της όλη την ώρα καθώς έραβε για να μην χάσει τις ειδήσεις που περίμενε να ακούσει: Ότι είναι ώρα να επιστρέψει στο σπίτι της στη Λύση…
Δεν ήθελε να χάσει καθόλου χρόνο και να επιστρέψει στο σπίτι της και περίμενε και περίμενε αλλά οι ειδήσεις αυτές δεν ήρθαν ποτέ…
Πέθανε αφήνοντας πίσω τη ραπτομηχανή της που τη βοήθησε να επιβιώσει σε μια διαφορετική περιοχή της Κύπρου, μακριά από το σπίτι της…
Ο Μάριος Επαμεινώντας έγραψε τα ακόλουθα για αυτή:
«Στη δεύτερη προέλαση του τουρκικού στρατού η γιαγιά Ελένη έχασε τον πόλεμο. Φεύγοντας άρον άρον από την πατρογονική της εστία στη Λύση με τους δικούς της, πήρε μαζί της μόνο ένα τρανζιστοράκι. «Για να ακούσω τις ειδήσεις όταν θα μας ανακοινώσουν ότι πάμε πίσω»...Τον πόνο και την απογοήτευση συμπλήρωσε σύντομα μια άλλη ιδιότυπη οδύνη, αυτή της απώλειας των οικείων ενασχολήσεων.
Στην προσωρινή της κατοικία στη Λάρνακα όπου κατέληξε, πήρε, λίγους μήνες αργότερα, ένα λυτρωτικό δώρο από τον άντρα της: μια ραπτομηχανή ΤΑΗSIN. O παππούς, την αγόρασε από μια Τουρκοκύπρια (ας την πούμε Ναημέ για να αποκτήσει πρόσωπο) που τότε ξεκινούσε μια αντίστροφή πορεία ξεριζωμού, μαζί με τους δικούς της, από την Αλαμινό.
Με αυτά τα υπάρχοντα γνώρισα τη γιαγιά μου. Σ' ένα δωμάτιο κάποιου ξένου κτηρίου που η ανάγκη το 'κανε σπιτικό να πατά το πετάλι της ραπτομηχανής και να ακούει το τρανζιστοράκι της. Η ραπτομηχανή μια ισχνή γραμμή συνέχειας με το παρελθόν της που διακόπηκε απότομα. Κι η φωνή στο ράδιο, μια ακτίνα φωτός από το μέλλον, πάσκιζε να την μάθει να υπομένει, να μην ξεχνά και να ελπίζει στην επιστροφή. Την πίστεψε; Μάλλον ναι, γιατί όσοι δεν μπορούν να πάρουν υποσχέσεις για μια γη της επαγγελίας, πρέπει να έχουν τουλάχιστον την ελπίδα επιστροφής σε μια χαμένη πατρίδα, για να μπορέσουν να ζήσουν.
Κι η Ναημέ; Την φαντάζομαι να φτάνει σ' ένα ξένο κτήριο που η ανάγκη θα το κάνε σπιτικό και να βρίσκει με μια παράξενη σύμπτωση την SINGER της Ελένης της ράφταινας να την περιμένει. Να πατά το πετάλι, όπως παλιά και ν' ακούει στο τρανσιστοράκι της μια φωνή να τη δασκαλεύει μια άλλη ιστορία: να μάθει να υπομένει, να ξεχνά αυτά που άφησε και να προσβλέπει σε μια νέα ζωή στη «ασφαλή περιοχή» που της δημιούργησε ο τουρκικός στρατός. Την πίστεψε; Μάλλον ναι, γιατί όσοι δεν μπορούν να ελπίζουν στην επιστροφή σε μια χαμένη πατρίδα, πρέπει να πάρουν υποσχέσεις για μια γη επαγγελίας, για να μπορέσουν να ζήσουν.
Πέρασαν τα χρόνια. Το τρανσιστοράκι χάθηκε. Η φωνή συνέχισε να βοά απογυμνωμένη, ξύλινη, σχεδόν χυδαία, προεκλογική. Η ραπτομηχανή ΤΑΗSIN έμεινε, ενθύμιο. Της διασταύρωσης στη ζωή δυο γυναικών που δεν συναντήθηκαν ποτέ. Η γιαγιά έφυγε... Έχοντας αξιωθεί ως μόνη «επιστροφή», την επανάληψη της οικείας πρακτικής του ραψίματος πλάι σε μια ξένη ραπτομηχανή που η ανάγκη την έκαμε μικρή πατρίδα.
Λίγα λόγια για την μητρική μου γιαγιά Ελένη Τσαγγάρη (το γένος Παπαδημήτρη)… Εκτοπίστηκε από τη Λύση με την οικογένεια της στις 16 Αυγούστου 1974. Έφυγαν μόνο «με τα ρούχα που φορούσαν» διότι ήταν σε πανικό και επίσης νόμιζαν ότι θα επέστρεφαν σύντομα. Πήγαν πρώτα στις Βρετανικές Βάσεις στη Ξυλοφάγου. Ο παππούς μου πήγε πίσω στη Λύση δύο φορές και έφερε μόνο ψωμί και χαλούμι. Αργότερα μαζί με τους γονείς μου και άλλα μέλη της οικογένειας ενοικίασαν σπίτι από μια ευγενική οικογένεια στη Λάρνακα. Ήταν πρόθυμη να συνεισφέρει περισσότερα στο νοικοκυριό. Έτσι ο παππούς μου αγόρασε μια ραπτομηχανή από μια Τουρκοκύπρια κυρία που έφευγε από την Αλαμινό (υποθέτω το 1975). Ξαναχρησιμοποιούσαμε πολύ τα ρούχα μας ως παιδιά και η γιαγιά μου έκανε πολύ καλή δουλειά μαντάροντας τα. Ως παιδί θεωρούσα δεδομένα αυτά τα πράγματα. Όταν μεγάλωσα μου είπε ότι όταν έφευγε από το σπίτι της πήρε μαζί της μόνο ένα ράδιο διότι ήθελε να επιστρέψει γρήγορα, μόλις ανακοινωνόταν η επιστροφή…
Ο παππούς μου Ανδρέας Τσαγγάρης ήταν πολύ καλός τεχνίτης ξυλουργός και έφτιαχνε αριστουργήματα ακόμα και με άχρηστα κομμάτια ξύλου…»
Πολλοί άνθρωποι έφυγαν νομίζοντας ότι θα επέστρεφαν σύντομα… Γεννημένοι το 1958, το 1963, και το 1974… Κάποιοι το έκαναν… Κάποιοι ποτέ δεν μπόρεσαν να επιστρέψουν… Κάποιοι δεν ήθελαν να επιστρέψουν… Κάποιοι ήθελαν να πάνε πίσω τόσο πολύ όπως τη γιαγιά του Μάριου, την κυρία Ελένη, που το αυτί της ήταν κολλημένο στο μικρό τρανζίστορ για να ακούσει τις ειδήσεις…
Μια άλλη Ελληνοκύπρια φίλη μου, της οποίας ο σύζυγος είναι πρόσφυγας από την Κερύνεια και ποτέ δεν συνήθισε τη Λευκωσία μετά το 1974…
Ψυχολογικά ζούσε ακόμα στην περιοχή της Κερύνειας, στον Άγιο Γεώργιο από όπου προερχόταν…
Ποτέ δεν έμαθε τα ονόματα των δρόμων στη Λευκωσία και σχεδόν κάθε μέρα χανόταν στους δρόμους καθώς οδηγούσε και τηλεφωνούσε στη γυναίκα του – τη φίλη μου – για κατευθύνσεις…
Ήταν πολύ υπομονετική μαζί του αφού η υπομονή πηγάζει από την αγάπη και την κατανόηση…
Του εξηγούσε και προσπαθούσε να τον βοηθήσει αλλά ήταν σαν ένα στρείδι, κλειστός στον εαυτό του, ποτέ δεν χαμογελούσε, ποτέ δεν ήταν ευτυχισμένος, πάντοτε περίμενε και παρέλυε τη δική του ζωή με αυτή την αίσθηση του ανήκειν… Είχε επίσης χάσει μέλη της οικογένειας του στον πόλεμο το 1974 έτσι τα τραύματα αυτά έκλεψαν το μέλλον του και τον κρατούσαν όμηρο για πάντα…
Κάποιοι Τουρκοκύπριοι φίλοι – πρόσφυγες – μου έλεγαν τα όνειρα τους – ονειρευόντουσαν ότι πήγαιναν πίσω στο χωριό τους, μάζευαν σταφύλια, ζούσαν στο σπίτι τους… Όμως αυτό ήταν μόνο ένα όνειρο… Στην πραγματικότητα, επισκέφτηκαν το σπίτι τους δύο φορές αλλά μετά σταμάτησαν – ίσως για να μην νιώθουν όλο και πιο λυπημένοι… Και λόγω των κακών τους αναμνήσεων ποτέ δεν ήθελαν να ονειρευτούν να πάνε πίσω, να επιστρέψουν στο σπίτι τους στο χωριό… Κανένας Ελληνοκύπριος δεν τιμωρήθηκε για τα εγκλήματα του 1963-64, έτσι πως μπορείς να πεις σε κάποιο «Απλά πας πίσω και θα είναι εντάξει…» Δεν θα σε πιστέψουν ποτέ… Η διασφάλιση ότι κανένας δεν τιμωρήθηκε ούτε στη μία ούτε στην άλλη πλευρά του νησιού για τα εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα που διαπράχθηκαν και το 1963 και το 1974 επίσης βοηθά στη διατήρηση της διαίρεσης του νησιού…
Τι είναι ένα χωριό; Τι είναι ένα σπίτι; Τι είναι μια ραπτομηχανή ή ένα τρανζίστοράκι;
Έχουν όλα να κάνουν με τις σχέσεις μας με το που γεννηθήκαμε, τι κάναμε, με ποιους ζούσαμε…
Όμως όλα χάθηκαν, ποτέ δεν θα επιστρέψουμε στον τρόπο που ήταν τα πράγματα εκείνο τον καιρό που τα ζήσαμε…
Η παλιά Κύπρος έχει χαθεί…
Εκείνη η παλιά ζωή στο χωριό έχει χαθεί…
Οι άνθρωποι έχουν φύγει, διασκορπισμένοι σε όλη την Κύπρο και σε όλο τον κόσμο…
Είναι μόνο οι αναμνήσεις μας, που κανένας δεν μπορεί να μας τις κλέψει, που μας συνδέουν στο παρελθόν μας και ακόμα και αυτό, το χρησιμοποιούν οι κυριαρχούσες ελίτ για να μας διατηρούν παράλυτους – ζούμε σε μια διαφορετική Κύπρο, διαιρεμένη και τραυματισμένη, που δεν επιτρέπεται να επουλώσει τις πληγές της, ποτέ δεν επιτρέπεται να αναρρώσει από τις συγκρούσεις του παρελθόντος, κάθε μέρα μια καινούρια υπενθύμιση με νέες εντάσεις, πάντοτε κάνοντας μας να ζούμε στο χείλος… Ποτέ να μην βρίσκουμε ειρήνη μέσα μας, ποτέ να μην μπορούμε να κάνουμε εκείνο το ένα αποφασιστικό βήμα όπου μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα…
Μας θέλουν να ζούμε έτσι, με τα τραύματα μας, με τους φόβους μας και με τις επιθυμίες μας και με τις αναμνήσεις μας που μας γαντζώνουν στη γη του ποτέ όπου δεν μπορούμε ποτέ να επιστρέψουμε…
Μας θέλουν να ζούμε έτσι, έτσι ώστε να διοικούν αυτή τη γη όπως θέλουν…
Κοιτάξετε τους Βαρωσιώτες – τους θέλουν πάντα απλά να λαχταρούν την επιστροφή αλλά να μένουν εκεί που βρίσκονται και να μην μετακινούνται…
Από τις αναμνήσεις μας – τις καλές και τις άσχημες – τα καθεστώτα και στις δύο πλευρές του νησιού, οι κυριαρχούσες ελίτ έχουν δημιουργήσει ένα είδος στάτους κβο που δεν θέλουν να αλλάξει… Απλά μας θέλουν να συμπεριφερόμαστε καλά και να κρατούμε τις αναμνήσεις μας και να μην κινούμαστε… Οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να θυμούνται μόνο το 1963 και οι Ελληνοκύπριοι να θυμούνται μόνο το 1974. Τελεία… Εκείνες είναι οι αναμνήσεις που χρησιμοποιούν ενάντια σε όλο το λαό μας, ενάντια και στις δύο κοινότητες, μην αφήνοντας ποτέ τις κοινότητες μας να δουν ολόκληρη την εικόνα, ποτέ δεν αφήνουν τις σχέσεις, σιωπούν τους πάντες, βάζοντας τους στη θέση τους μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα εκπαιδευτικά συστήματα… «Επιλέγουν» ποιες αναμνήσεις πρέπει να έχουμε – τι θα πρέπει να θυμούμαστε και τι όχι… Τι θα πρέπει να ξεχνούμε και τι όχι… Και αυτό το κάνουν έτσι ώστε να συνεχιστεί η διαίρεση..
Δεν θέλουν αλλαγές στην Κύπρο…
Δεν μας θέλουν να συνδεόμαστε και να προχωρούμε προς το μέλλον και να κτίσουμε μια καλύτερη, πιο ανθρώπινη χώρα…
Θέλουν να μας κρατήσουν χωριστά…
Είναι καθήκον μας προς τα παιδιά μας να μάθουμε τα πάντα που συνέβηκαν σε αυτό το νησί, να μάθουμε πως υπέφεραν οι άνθρωποι από όλες τις κοινότητες μας, να δούμε τον πόνο των προσφύγων, τον πόνο και τα δεινά εκείνων που έχασαν τους αγαπημένους τους… Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να διασφαλίσουμε ότι έχουμε ένα μέλλον σε αυτό το νησί…
Χρειάζεται να πούμε την ιστορία της Ελένης, της γιαγιάς του Μάριου, όπως επίσης και την ιστορία του φίλου μου από την Αυδήμου που δεν θέλει να επιστρέψει επειδή φοβάται…
Χρειάζεται να δούμε πως μπορούμε να συμφιλιωθούμε με ανθρωπιστικό τρόπο, πως μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον πόνο, πως μπορούμε να συνδεθούμε και να δώσουμε διαβεβαιώσεις ο ένας στον άλλο ότι τέτοια πράγματα δεν πρέπει να συμβαίνουν…
Χρειάζεται να καθαρίσουμε το φόβο από τις ψυχές μας και να βρούμε ένα τρόπο να νιώθουμε σίγουροι ο ένας με τον άλλο – αυτός είναι ο μόνος τρόπος να κτίσουμε ειρήνη σε αυτή τη γη…

Photo: Η ραπτομηχανή της γιαγιάς Ελένης…

(*) Article published in the POLITIS newspaper on the 14th of October, 2018 Sunday. Similar article was published on my pages entitled "Cyprus: The Untold Stories" in the YENİDÜZEN newspaper in Turkish on the 10th of September 2018 and here is the link:

http://www.yeniduzen.com/alaminyolu-bir-kibrisliturkten-satin-alinan-tahsin-marka-bir-dikis-makinesi-ve-ninem-12909yy.htm

No comments: